- δώδεχ'
- δώδεκα , δώδεκαtwelve: indeclform (numeral )
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
δώδεχ' — δώδεκα , δώδεκα twelve indeclform (numeral) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πενταετής — ές ΝΜΑ, και αττ. τ. πενταετής και πεντέτης και πενθέτης, ες, θηλ. πενταετίς και αττ. τ. πενταέτις και πεντέτις, ουδ. και πεντάετες, Α 1. αυτός που έχει ηλικία πέντε ετών 2. αυτός που διαρκεί πέντε χρόνια ή αυτός που έχει καθοριστεί να διαρκέσει… … Dictionary of Greek
ρέον — (I) οντος, τὸ, Α είδος ποτηριού, το ῥυτόν* («ῥέοντα δώδεχ ὧν τὰ μὲν δέκ ἀργυρᾱ ἦν», Αστυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. τού ῥυτόν* < ρ. ῥέω]. (II) τὸ, ΜΑ βλ. ρήο … Dictionary of Greek